Παθόντες του '74

ΔΙΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΩΝ 1963-1974

ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ 1963-1974

.

.

Πενήντα πέντε χρόνια μετά την έναρξη των Δικοινοτικών ταραχών και 44 χρόνια από το προδοτικό πραξικόπημα και την εισβολή των Τουρκικών Στρατευμάτων που ακολούθησε, το πρόβλημα της διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων παραμένει ακόμα ανοιχτό όπως εξάλλου και η προοπτική Λύσης του Κυπριακού παραμένει ζοφερή. Για 850 οικογένειες Ελληνοκυπρίων και περίπου 255 οικογένειες Τουρκοκυπρίων ο δρόμος για διακρίβωση της τύχης των αγαπημένων τους συνεχίζει να είναι μακρύς και βασανιστικός.

Παραμένει μακρύς και βασανιστικός γιατί αντί οι ρυθμοί ανεύρεσης και ταυτοποίησης να βελτιώνονται χειροτερεύουν κάθετα. Το 2018 έχουν ταυτοποιηθεί μέχρι τώρα μόνο 46 λείψανα ενώ πέρυσι είχαν ταυτοποιηθεί 118 και γινόταν λόγος για την ανάγκη αύξησης τους. Να μην ξεχνάμε ότι παραμένουν στις αποθήκες του ανθρωπολογικού εργαστηρίου 330 λείψανα τα οποία έχουν εκταφεί τα τελευταία χρόνια. Κάποια βρίσκονται εκεί για περισσότερα από πέντε χρόνια ενώ αρκετοί γονείς είτε και αδέρφια πεθαίνουν πριν μπορέσουν να παραλάβουν τα λείψανα των δικών τους.

Όλοι καταλαβαίνουμε ότι η διαδικασία ταυτοποίησης είναι χρονοβόρα και δύσκολη και ότι είναι σημαντικό η διαδικασία να είναι όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστη αλλά πώς μπορεί να εξηγηθεί ότι το 2014 ταυτοποιήθηκαν 154 λείψανα ή το 2016 και 2017 115 και 118 αντίστοιχα, ενώ το 2015 ταυτοποιήθηκαν μόνο 61 και φέτος 45. Κάποιες εξηγήσεις υπάρχουν αλλά οι διαφοροποιήσεις είναι τεράστιες.

Θέλω όμως να σημειώσω κάτι που θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό. Εξετάζοντας τις ταυτοποιήσεις από το 2007 μέχρι και σήμερα βλέπουμε ότι ταυτοποιούνται κάθε χρόνο 1 Τουρκοκύπριος στους 4 και 3 Ελληνοκύπριοι στους 4 όπως ακριβώς ήταν η αρχική σχέση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων. Διατηρείται δηλαδή η πιο πάνω ισορροπία και αυτό προφανώς είναι απαράδεκτο γιατί στα ανθρωπιστικά θέματα η εθνικότητα δεν είναι κριτήριο. Δεν μπορείς να έχεις βρει τα λείψανα ενός Τ/Κ και να τον κρατάς στην αποθήκη μέχρι να βρεις 3 Ε/Κ ή και το ανάποδο. Το γεγονός αυτό είμαι βέβαιος ότι έχει επιπτώσεις στο ρυθμό των ταυτοποιήσεων γιατί κάποιες ταυτοποιήσεις είναι εύκολες και κάποιες δύσκολες και η διατήρηση της ισορροπίας σίγουρα προκαλεί καθυστερήσεις.

Πρέπει όμως να σημειώσουμε και μια άλλη πιο ανησυχητική εξέλιξη. Ενώ το 2015 και 2016 είχαμε ένα σχετικά καλό αριθμό εκταφών, 156 και 114 αντίστοιχα, πέρυσι είχαμε 49 εκταφές και φέτος μόνο 12. Η μείωση είναι δραματική. Το τελευταίο χρόνο γίνεται μια προσπάθεια εξασφάλισης πληροφοριών από διάφορα αρχεία όπως των ΗΕ, των Βρετανικών αρχείων, των Ελληνικών και άλλων αρχείων δυνάμεων που συμμετείχαν στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ. Όπως και γίνονται προσπάθειες για πρόσβαση σε στρατιωτικές περιοχές υπό τον έλεγχο του Τούρκικου Στρατού. Σε κάποιες από αυτές έχει εξασφαλιστεί πρόσβαση σε άλλες όμως ακόμα εκκρεμεί η σχετική άδεια διερευνητικών εκσκαφών. Διερωτάται όμως κάποιος πώς είναι δυνατόν τα αρχεία άμεσα εμπλεκομένων όπως τα πιο πάνω, να μην έχουν διερευνηθεί μέχρι τώρα, μετά από 44 χρόνια, ή και 55 χρόνια ακόμα. Το ζήτημα αυτό έχει προκύψει από προσπάθειες συγγενών αγνοουμένων που είχαν πάρει πληροφορίες από πρώην ΟΗΕδες και αυτό προκάλεσε σχετικές συζητήσεις.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο ζήτημα. Πολλές από αυτές τις πληροφορίες, ιδιαίτερα για Τουρκοκυπρίους αγνοουμένους, βρίσκονται στα αρχεία των αστυνομικών σταθμών της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μετά από σχετικές έρευνες υπάρχει ο ισχυρισμός ότι χάνονται τα ίχνη αυτών που διέπραξαν φόνους Τουρκοκυπρίων και ούτε γνωρίζει κανείς που έχουν ταφεί. Πώς είναι δυνατόν να γίνεται πιστευτή η Κυπριακή Δημοκρατία ότι αδυνατεί να ερευνήσει δολοφονίες που διαπράχτηκαν με την συνδρομή της αστυνομίας την ίδια ώρα που απαιτεί από τον Τούρκικο Στρατό να ανοίξει τα δικά του αρχεία. Φυσικά και ο Τούρκικος Στρατός οφείλει να διευκολύνει την διερεύνηση της τύχης των αγνοουμένων. Φυσικά και όλες οι εμπλεκόμενες δυνάμεις οφείλουν να συνδράμουν τη προσπάθεια προσφέροντας πληροφορίες από τα αρχεία τους. Η Κυπριακή Δημοκρατία όμως δεν μπορεί να κρύβεται πίσω από δήθεν έλλειψη στοιχείων. Δεν μπορεί να απαιτεί από άλλους σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και η ίδια να στρουθοκαμηλίζει.

Είναι πια γνωστό και καταγράφεται καθημερινά σε δημοσιογραφικές έρευνες ότι η αστυνομική δύναμη είτε εμπλέκεται άμεσα σε δολοφονίες Τ/Κ είτε είναι σε θέση να γνωρίζει ποιοι εμπλέκονται.

Το κακό που βρήκε το νησί μας, που τόσο πόνο έφερε στις οικογένειες μας, δεν ήρθε απ’ τον ουρανό σαν θεία δίκη. Η βία του παρελθόντος, οι πληγές της οποίας παραμένουν ανοιχτές, απλώνεται σ’ ολόκληρο το νησί κι έχει επηρεάσει με τον ίδιο τρόπο τα σπίτια Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Η βία αυτή γεννήθηκε ανάμεσα μας, βάρβαρη και αποκρουστική. Δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια και να περιμένουμε να λυθούν τα προβλήματα από μόνα τους.

Από μικρό παιδί θυμάμαι να ψιθυρίζεται πως μεγάλα κακά θα μας έβρισκαν με όσα γίνονταν το 1963-65. Όταν η αστυνομία έπαιρνε Τουρκοκυπρίους από τα σπίτια τους για ανάκριση και δεν επέστρεφαν ποτέ. Όταν αθώοι Τουρκοκύπριοι βοσκοί δολοφονούταν για να τους πάρουν τα κοπάδια τους, όταν Διευθυντής τράπεζας στο Βαρώσι απήχθηκε μέρα μεσημέρι και δολοφονήθηκε, ποιος άραγε θα πλήρωνε όλα αυτά τα φονικά. Όταν τον Ιούλη και τον Αύγουστο του 1974, βιάζονταν και δολοφονούνταν γυναικόπαιδα στα Τουρκοκυπριακά χωριά Αλόα, Μαράθα και Σανταλάρης, όταν οι αιχμάλωτοι από την Τόχνη και Αλαμινό δολοφονούταν ποιος θα πλήρωνε γι’ αυτά. Την πλήρωσαν τα γυναικόπαιδα Ελληνοκυπρίων στο Λάρνακα της Λαπήθου, στον Καραβά, στο Παλαίκυθρο και αλλού. Την πλήρωσαν οι Ελληνοκύπριοι αιχμάλωτοι στον Κορνόκηπο, στην Γιαλούσα, στη Γαλάτια, στην Άσσια.

Αθώοι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι πλήρωσαν ακριβά τις επιλογές ακραίων εθνικιστικών στοιχείων και στις δύο κοινότητες. Την προδοσία και την εγκατάλειψη του καθήκοντος την πλήρωσαν τα δικά μας αδέρφια αφού τους εγκατέλειψαν οι διοικήσεις τους στη πρώτη γραμμή, ανοργάνωτους, χωρίς οπλισμό, χωρίς εφόδια, χωρίς μέσα.

Μιλώντας για τη βία του παρελθόντος πολλοί διερωτούνται αν είναι σωστό να αναξέουμε πληγές. Διερωτούνται αν είναι πιο ορθό να αφήσουμε να ξεχαστεί ότι έχει γίνει. Καμιά πληγή δεν μπορεί να επουλωθεί αν δεν την φροντίσεις, αν δεν την καθαρίσεις, αν δεν βγάλεις στο φώς και τον καθαρό αέρα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα εγκλήματα. Δεν μπορείς να τα κρύβεις γιατί θα προκληθεί σήψη και το κακό θα χειροτερεύει. Για τους συγγενείς των αγνοουμένων χρειάζεται να γίνουν κάποια σημαντικά βήματα για να επουλωθούν οι πληγές:

– Να ανευρεθούν τα λείψανα των αγαπημένων τους, να μπορέσουν να κάνουν μια κηδεία, να νοιώσουν ότι έστω κι έτσι έχουν τους δικούς τους ξανά κοντά τους.

– Να μάθουν έστω και σε γενικές γραμμές πως χάθηκαν οι δικοί τους να πάρουν μια απάντηση για το ‘γιατί’ που τους βασανίζει όλα αυτά τα χρόνια.

– Χρειάζεται να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να υπάρξει ένα επίπεδο δικαιοσύνης. Και τι πρέπει να γίνει για να νοιώσει κάποιος ότι υπάρχει δικαιοσύνη; Δεν έχω ακούσει κανένα συγγενή αγνοουμένου ή άλλου θύματος να ζητά εκδίκηση. Ακριβώς το αντίθετο. Οι συγγενείς των θυμάτων αποζητούν την ειρήνη και τη συμφιλίωση για να μη ζήσουν ξανά άλλες οικογένειες ότι έζησαν αυτές. Η Ειρήνη και η Συμφιλίωση μπορούν όμως να οικοδομηθούν μόνο πάνω στη γνώση της αλήθειας, οι πληγές θα επουλωθούν μόνο όταν έρθουν στο φώς και η κοινωνία καταλάβει που πήγε στραβά.

Ο Πέτρος ο Σουππουρής, το 10χρονο αγόρι που επέζησε της μαζικής δολοφονίας (17 άτομα) των οικογενειών Σουππουρή και Λιασή στο Παλαίκυθρο, αναφερόμενος στα όσα φριχτά έζησε τότε, διερωτήθηκε αν έπρεπε να μάθει στα παιδιά του να μισούν αυτούς που δολοφόνησαν τον παππού και τη γιαγιά, τους θείους και συγγενείς και να καταδικάσει τα παιδιά του στη προοπτική να επαναληφθεί η ιστορία ή να τους πει την ολοκληρωμένη αλήθεια, να τα μάθει τη συγχώρεση, τη συμφιλίωση και την Ειρήνη. Επέλεξε το δεύτερο. Ο Πέτρος πριν δυό χρόνια βραβεύτηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μαζί με το Χουσεΐν Ακανσόι με το Βραβείο του Ευρωπαίου Πολίτη.

Ο Χουσεΐν Ακανσόι έχασε τα τέσσερα αδέρφια του, την μάνα, παππούδες και όλους τους συγγενείς του στη σφαγή στο χωριό Μαράθα. Έχασε συνολικά 30 συγγενείς. Ήταν 16 χρονών τότε. Η ΤΜΤ του έδωσε ένα όπλο και τον έστειλε μαζί με άλλους να σκοτώσουν Ελληνοκυπρίους για να νοιώσουν καλύτερα. Ο Χουσείν πέταξε το όπλο και είπε πως αυτός δεν γεννήθηκε για να σκοτώνει. Βυθίστηκε σε κατάθλιψη μα για να μην χάσει τα λογικά του αποφάσισε πως θα αφιέρωνε τη ζωή του για την Ειρήνη στο τόπο του. Και αυτό έκανε!

Το 2006 με τον Πέτρο, το Χουσεΐν και πολλούς άλλους Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκύπριους συγγενείς αγνοουμένων και τη στήριξη της Τουρκοκυπρίας δημοσιογράφου Σεβκιούλ Ουλουτάγκ ιδρύσαμε την Δικοινοτική Πρωτοβουλία Συγγενών Αγνοουμένων, δολοφονηθέντων και άλλων θυμάτων των γεγονότων 1963 – 1974 που στη συνέχεια ονομάσαμε «Μαζί Μπορούμε!».

Μαζί Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι συγγενείς των θυμάτων έχουμε πολλά να κάνουμε:

– Πρέπει να δουλέψουμε μαζί για να βρούμε πληροφορίες για τους τάφους των αγαπημένων μας.

– Πρέπει να πιέσουμε για να βρεθούν οι τρόποι να προχωρήσουν οι ταυτοποιήσεις με γοργούς ρυθμούς αν θα υπάρξουν οι δυνατότητες να βρεθούν όλοι οι αγνοούμενοι.

– Πρέπει να δουλέψουμε για να βοηθήσουμε την κοινωνία να κατανοήσει τις πραγματικότητες της βίας που βίωσε αυτός ο τόπος για να ανοίξει ο δρόμος προς τη συμφιλίωση.

Το ειρηνικό μέλλον δεν χτίζεται από μόνο του. Πρέπει να το χτίσουμε εμείς!

Χρίστος Ευθυμίου

Δικοινοτική Πρωτοβουλία Συγγενών Αγνοουμένων, Δολοφονηθέντων και

άλλων Θυμάτων των γεγονότων 1963–1974 – «Μαζί Μπορούμε!».

ΝΕΑ

εγγραφή